Τους όρκους που μου έδωσες
δεν τήρησες ποτέ σου
έμεινα απολίθωμα στους βράχους
απ’ το χθες σου

΄Αφησα αποτύπωμα στα καταχωρημένα
πως τίποτα δεν κράτησες για να θυμάσαι
εμένα

Θυμάμαι και ανταριάζομαι
τι πίστευες στα αλήθεια
όταν για μένα πέθαινες
κι ύστερα παραμύθια

Την αγωγή σου άλλαξες χωρίς να με ρωτήσεις
γι αυτό δεν βγάζουν νόημα τα νέα στις ειδήσεις
κι εκείνο το χαμόγελο «Τζοκόντα» που σκοτώνει
θα πέσει τούβλο καταγής, το αίμα θα παγώνει
τι δυστυχία που θα πιεί πάλι ετούτη η χώρα
μαζεύτηκαν τα σύννεφα και θα ξεσπάσει η μπόρα

Ξέχασαν τις υποκλοπές (κλοπές και διαρρήξεις)
χαπακωμένοι κάθονται να ακούσουν τις ειδήσεις
σκέφτονται μέσα στις γιορτές το τι σκα@ά θα ψήσουν
κι όταν πεθάνουν οφειλές και χρέη που θα αφήσουν
έτσι οδεύει δυστυχώς η έρμη η ζωή τους
και τρέχει ο γερο διάολος να πάρει την ψυχή τους..

– Κώστας, Μήτσος-Τάκης κλπ

Πως το μπορώ να σας κοιτώ και η γη να μην ραγίζει
όταν οργή εκδίκησης το χέρι σας οπλίζει..

-Γονείς
Φύγαν εκείνα τα παιδιά κι ακόμα να γυρίσουν
κι αυτά τα αποτυπώματα της μνήμης μας θα σβήσουν
οι εικόνες τους τρεμάμενες τα βράδια μας στοιχειώνουν
και οι κραυγές δικαίωσης ψηλά μας ξεσηκώνουν..
η τιμωρία κρύβεται στα μπάζα της χωμένη
«δικαιοσύνη» χάθηκες, έννοια πεθαμένη..

Λεβέντης ήμουνα γιατί η πράξη έχει αξία
(πούλησα δίχως σύνεση και την Μακεδονία)
τώρα το βιογραφικό βλιβλίο μου μοστράρω
την πονεμένη μου καρδιά σαν ρούχο την προβάρω
Δεν έχουν περισσότερα οι άλλοι από μένα
(γράψε και κλάψε) για να βγει, συμπέρασμα κανένα..
απέτυχα παταγωδώς, στο Σούνιο θα πάω
το λερωμένο εσώρουχο σημαία να κουνάω

Δοξάστε με το τι θα πω δεν έχει σημασία
και δώστε στο βλιβλίο μου δική σας ερμηνεία
Κουράστηκε το χέρι μου ανελλιπώς να γράφω
σαν συγγραφέας λειτουργώ, στο τέλος υπογράφω
΄Εκλεισα όσα στόματα λένε ότι δεν ξέρω
την γλώσσα μας και τα Αγγλικά σωστά να τα προφέρω
να πάει θέλω στο καλό και η αγανάκτησή σας
που με έστειλε στα αζήτητα και έπρηξε την χολή σας

Πάρτε το νέο μήνυμα σε αυτά που έχω κάνει
μια μούντζα είναι ελάχιστη και δυστυχώς δεν φτάνει
το έγραψα πρωταπριλιά, εξιστορώ τα πάντα
ίσως και να τραγουδηθεί σαν μια γλυκιά μπαλάντα
΄Εχει αξία η ζωή όταν ξεκαθαρίζεις
γεννήθηκες για αρχηγός τις τύχες να ορίζεις
Θα ρθει η εξιλέωση ελπίζω με τον χρόνο,
εγώ αμετανόητος θα προκαλώ τον πόνο
Έχει μια ευχαρίστηση (πονάω και μ’αρέσει)
και άμα υπάρξει λογικός να ‘ρθει και να με δέσει

Αλέκση τι παραμιλάς; η σύζυγος φωνάζει
ο εφιάλτης τέλειωσε.. Το μέλλον σε κοιτάζει..

Στην προπαγάνδα το ‘ριξα γνώμη να σας αλλάξω
πως έγινα καλό παιδί φυλλάδια θα μοιράσω
μην μένετε στο παρελθόν γιατί δεν έχει αξία
με άλλο μάτι δείτε την και την αποστασία..

Τώρα σας τάζω και λαγούς, λαγούς με πετραχήλια
από το κρύο μοναξιάς (διαγραφή) έγιναν μπλε τα χείλια
χτυπάνε και τα δόντια μου άλλο κακό μην γίνει
ψάχνω μέσα στο κόμμα μου να βρω τι έχει μείνει..

Δυναμικά θα κατεβώ στου στίβου την αρένα
χειροκροτήστε δυνατά τον αθλητή τον ένα
όμως μην ξεσκονίζετε το φαύλο παρελθόν μου
αφού γνωρίζετε καλά ποιο είναι το ποιόν μου..

Φυτέψαμε τον σκύλο σας δηλητηριασμένο
(κανείς δεν ξέφυγε ποτέ από το πεπρωμένο)
τα χέρια μας στα αίματα είναι συνηθισμένα
και όσο για τα θύματα χάνονται τα καημένα..

Το πήγαινε γυρεύοντας ο σκύλος να πεθάνει
στοιχεία ανακάλυψε κι αλήθειες που δεν κάνει
είχαμε υποχρέωση να κάνουμε ότι πρέπει
ελπίζοντας πως ο θεός το άδικο δεν βλέπει

΄Ενα ακόμα θύμα τους μετρούν οι ψεκασμένοι
εμείς και οι καρέκλες μας είμαστε κολλημένοι
και ότι είναι εφικτό το στόμα να τους κλείσει
θα γίνει σύντομα προτού η αλήθεια τους μιλήσει

΄Οταν θα ρθει η ώρα μας μετά από την δική σας
τα αυτιά μας πια δεν θα ηχεί η φάλτσα η φωνή σας
ζήσαμε και μοιράσαμε ασχήμιες σκορπισμένες
ανάθεμα τον σπόρο μας και τις καταβολές μας

Άντε να βρεις τους αυτουργούς και να τους τιμωρήσεις
δικαιοσύνης μήνυμα να στείλεις στις ειδήσεις
ταχα μου δήθεν ομαλά κυλήσαμε και απόψε
μέσα στο ξυλοκρέβατο του echo μπες και στρώσε

Για τα μάτια του κόσμου
είσαι ένοχος φως μου
(έχεις κάνει πολλές αρπαχτές)
Πόσα ζώα θα σφάξεις
στης κλοπής τις επάλξεις
μες στο στήθος μου τώρα μην κλαις..
Η Ρουμάνα «μαιτρέσσα»
αν διέθετε μπέσα
δεν θα ερχόταν μπαμπούλας εδώ
Μαζευτείτε αδέλφια
(και χτυπώντας τα ντέφια)
σύρτε όλοι του Ζαλόγγου χορό

Πήρα τα νησιά μας σβάρνα
ψηφοφόρους να μαζέψω
απ τα τόσα ψέματα μου
το αποτέλεσμα να δρέψω

Μες τα μούτρα τους που φτύνω
ούτε παίρνουνε χαμπάρι
δεν κατανοούν πως είμαι
ακαπίστρωτο γομάρι

Το ζητάει ο απαυτός τους
και εγώ τους το χαρίζω
άνετος σεληνιασμένος
αδιάφορα σφυρίζω

Κοίτα πως λάμπει ο ουρανός
που ακούει στο όνομά σου
και στέλνει τόση ζεστασιά
στην τρυφερή ματιά σου
και εγώ αφέντης του φωτός
με δύναμη ουράνια
δίνω την εντολή να μπουν
τα πλοία στα λιμάνια

Όλα υποκλίνονται μπροστά
στο θάμπος της ματιά σου
και τι δεν θα έδινα και εγώ
για να βρεθώ κοντά σου
και όπως θα πέσει η ματιά
μέσα στα δυο μου μάτια
όλο το μακρινό το χθες
να γίνει δυο κομμάτια

Εσύ ο φάρος και οδηγός
και η ευχή της μάνας
εσύ προστάτης και θεός
και ο ήχος της καμπάνας

Λεμονανθέ μου το άρωμα δροσιάς που σε τυλίγει
την κουρασμένη μου ζωή μες τα φιλιά την πνίγει
οι πεταλούδες της χαράς κοντά μου τριγυρίζουν
και όλα τα όχι αυτής της γης όλα σε ναι γυρίζουν
Είσαι το αίμα που κυλά στις φλέβες μου ψυχή μου
και του παιδιού μου το παιδί δύο φορές παιδί μου!